Δευτέρα 18 Απριλίου 2016

Η ΣΤΑΥΡΩΣΗ- ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΣΤΑΥΡΟ


Μονή Μεγάλου Μετεώρου
1483
Στο βάθος της εικόνας φαίνεται το τείχος της Ιερουσαλήμ, γιατί ο Χριστός "έξω της πύλης έπαθε" (Εβρ. ιγ΄ 12). Στο κέντρο της σύνθεσης ο Χριστός γυμνός πάνω στο Σταυρό, φέρει μόνο "περίζωμα περί την όσφυν", δηλ. ένα άσπρο, συνήθως, πανί τυλιγμένο στη μέση Του. Νεκρός, με κλειστούς οφθαλμούς και γυρτό ελαφρά το κεφάλι προς τα δεξιά.
Από τους αγιογράφους υπερτονίζεται το σώμα Του εντελώς σκελετωμένο από την κακοπάθεια, με τα χέρια απλωμένα και με ανοικτές τις παλάμες, "ως να προσεύχεται ... και ωσάν να ανοίγη τας αγκάλας του προς όλους τους ανθρώπους" (Φ. Κόντογλου, Έκφρασις, τ.Α΄, σ.174). "Οι δε πόδες σμικτοί, με τα γόνατα ολίγον διπλωμένα, πατούν επάνω εις εν σανίδιον ως υποπόδιον ... Κάποιοι σημερινοί ζωγράφοι ζγραφίζουν τους άχραντους πόδας του Κυρίου τον ένα επί του άλλου, καρφωμένους με εν και μόνον καρφίον, και τούτο το πράττουν κακώς, κατά μιμησιν κάποιων ζωγράφων της Δύσεως" (Φ. Κόντογλου, οπ.π., σ.174). Από τα χέρια και τα πόδια του Χριστού τρέχουν αίματα, ενώ από την λογχισμένη πλευρά Του αίμα και ύδωρ.
Η εντύπωση που δίνει ο Χριστός δεν είναι ότι πέθανε, αλλά ότι κοιμάται ("Εξηγέρθη ως ο υπνών Κύριος" - Κοινωνικό Μ. Σαββάτου). Είναι σαν βασιλιάς πάνω στο θρόνο Του (πρβλ. το εξαποστειλάριον του Πάσχα "Σαρκί υπνώσας ως θνητός, ο Βαιλεύς και Κύριος..."). Γι' αυτό και ο καθηγητής Κ. Καλοκύρης παρατηρεί: ".. εις το πρόσωπον του Κυρίου πρυτανεύει το βασιλικόν μεγαλείον (το μεγαλείο του συγκρατημένου πάθους)" (Κ. Καλοκύρη, Η ζωγραφική της Ορθοδοξίας, σ.135). Για τον ίδιο ακριβώς λόγο και η πινακίδα με την επιγραφή που υπάρχει πάνω από το κεφάλι του Χριστού γράφει: ΟΒΣΛΤΔΞΣ δηλ. Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΔΟΞΗΣ και όχι τα αρχιγράμματα Ι.Ν.Β.Ι. (Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων) τα οποία έγραψαν οι ασεβείς σταυρωτές του Κυρίου για να τον χλευάσουν.
Οι δύο ληστές

Μονή της Στουντένιτσα
1208/9
Κατά την διήγηση των ευαγγελιστών ο Χριστός σταυρώθηκε ανάμεσα σε δύο ληστές. "Και ο μεν δίκαιος ληστής ευρίσκεται εκ δεξιών του Κυρίου, έχει την όψιν ήμερον και παρακαλεστικήν, βλέποντας προς τον Χριστόν, με μαύρα και ολίγα γένεια, όπως του Χριστού, και με φωτοστέφανον γύρω εις την κεφαλήν Του, όπως οι άγιοι, καθ' όσον εσώθη με την μετάνοιαν, λέγοντας εις τον Χριστόν "Μνήσθητί μου, Κύριε όταν έλθης εν τη βασιλεία σου" (Λουκ. κγ΄ 42).
Ο δε κακός ληστής, οπού είναι σταυρωμένος εξ αριστερών του Κυρίου, έχει την όψιν ηγριωμένην (αλλού όμως ο Κόντογλου παρατηρεί "ότι εις την Ορθόδοξον εικονογραφίαν ... οι λησταί δεν έχουσι κακούργον όψιν ... ο κακός ληστής εις την σταύρωσιν, παρίσταται νέος αμούστακος ... τούτο φανερώνει το ανεξίκακον, αθεάτριστον και ξένον πάσης ανιέρου εμφάσεως πνεύμα της αγιογραφικής τέχνης" (Φ. Κόντογλου, Έκφρασις, τ.Α΄, σ.411)), με μαλλιά ακατάστατα και με το σώμα συστερφόμενον, φαίνεται δε ωσαν να λέγη εις τον Χριστόν· "Ει συ ει ο Χριστός, σωσον σεαυτόν και ημάς" (Λουκ. κγ΄ 39). Εις πολλάς εικόνας οι λησταί δεν είναι καρφωμένοι εις τους σταυρούς, αλλά μόνον δεμένοι με σχοινιά από τας χείρας και τους πόδας, ο δε αμαρτωλός ληστής εικονίζεται γυρισμένος με την πλάτην" (Φ. Κόντογλου, Έκφρασις, τ.Α΄, σ.176)
Η Θεοτόκος

Ενορία Σφάκας
Γύρω στα 1500
Στα δεξιά του Χριστού στέκεται η Παναγία όρθια ατενίζοντας τον Υιόν της. Με το αριστερό χέρι στο μάγουλό της φαίνεται να συγκρατεί την εκδήλωση του πόνου που την κυριεύει, ενώ το δεξιό χέρι είναι ανοικτό σε σχήμα ικεσίας. Η μορφή της Παναγίας αποπνέει βαθιά πνευματικότητα. Κατά τον Γεώργιο Νικομηδείας (Θ΄ αι.) η Θεοτόκος "τω πάθει κοσμίως και ουκ αγενώς προσωμίλει" (Migne, P.G., τ.100, στ. 1485 D). "... θερμοτάτοις μεν κατέλουε δάκρυσιν" (το σώμα του Κυρίου) όμως "πραεία φωνή και συμπαθεστάτοις προσεφθέγγετο ρήμασιν ..." (Γεώργιος Νικομηδείας, οπ.π., στ. 1488).
Υπάρχει βέβαια και η αντίθετη άποψη την οποία αποτυπώνει ο υμνογράφος της Μ. Παρασκευής σ' ένα απόστιχο των αίνων. Η Παρθένος παρά τω σταυρώ "ανέκραζε γοερώς ... οδυρόμενη μητρώα σπλάγχνα ... παρειάς συν θριξί καταξαίνουσα ... και το στήθος τύπτουσα" (Τριώδιο). Αυτή η εκδοχή, ιδιαίτερα προσφιλής στους λαϊκούς θρήνους της Μ. Παρασκευής, θα προσδώσει αργότερα -κυρίως στην Παλαιολόγεια εποχή- έναν αφηγηματικό χαρακτήρα, καθώς οι αγιογράφοι θα παριστάνουν την Παναγία να θρηνεί και στο τέλος να λιποθυμά.
Όμως οι παραστάσεις αυτές "δεν έχουν τον χαρακτήρα δουλικής μιμήσεως της φυσικής πραγματικότητος -δηλ. αναπαραστάσεως των γεγονότων ον τρόπον εδίδαξεν η Αναγέννησις-, διότι οι ζωγράφοι κατώρθωσαν τον ρεαλισμόν αυτών όλως να εξευγενίσουν και να υποτάξουν εις το γενικώτερον υπερβατικόν κλίμα των συνθέσεών των ..." (Κ. Καλοκύρη, Η ζωγραφική της Ορθοδοξίας, σ.139). Η Θεοτόκος πάντως, άσχετα από το μέγεθος της λύπης της, δεν παύει να πιστεύει στη θεότητα του Υιού της, ο οποίος της λέει κατά τον υμνωδό: "Μη εποδύρου μου Μήτερ ... αναστήσομαι γαρ και δοξασθήσομαι" (θ΄ ωδή Κανόνος Μ. Σαββάτου).
Ο Ιωάννης ο Θεολόγος

17ος αι.
Ο Ιωάννης, νέος αγένειος και σγουρομάλλης, που στέκεται αριστερά του Σταυρού, είναι μορφή πιο ανοιχτή, περισσότερο ανθρώπινη. Η στάση του εκφράζει φόβο και αγωνία, "με γυρτήν την κεφαλήν και με όψιν περιώδυνον, βαστώντας με το δεξιόν χερι το μάγουλόν του (σε κάποιες παραστάσεις το δεξί χέρι του Ιωάννου είναι στο στήθος του, ενώ σπάνια κρατεί ευαγγέλιο (βλ. την τοιχογραφία της S. Maria Antiqua στη Ρώμη, αλλά και ελεφαντοστό με τη Σταύρωση της Μονής Διονυσίου. Βλ. επίσης την Σταύρωση στον Αγ. Μάρκο της Βενετίας - περίκλειστο σμάλτο: Γ. Αντουράκη, Χριστιανική Ζωγραφική, σ. 271)), και το αριστερόν αφήνοντάς το να πέση κάτω" (Φ. Κόντογλου, Έκφρασις, τ.Α΄, σ.176).
Ο Ιωάννης στέκει κοιτώντας μπροστά του και όχι τον Χριστό, όπως κάνει η Παναγία. "Διανοείται περισσότερο το Άγιο Πάθος, ενώ αντιθέτως η Παναγία το ζει, πονάει για το παιδί της και γι' αυτό έχει τη διάθεση να κινηθεί προς αυτό, ενώ ο θεολόγος δεν την έχει. Δείχνει μόνο τη διάθεση να στρίψει προς τον Εσταυρωμένο και να αναβλέψει προς αυτόν" (Π.Α.Μιχέλη, Η αισθητική της Βυζ. Τέχνης, σ.201). Πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι ενώ στις παραστάσεις της Σταυρώσεως ο ευαγγελιστής Ιωάννης εικονίζεται συνήθως απέναντι στην Παναγία, σε μερικές περιπτώσεις ιστορείται μαζί με την Θεοτόκο αριστερά -ως προς τον θεατή- του Εσταυρωμένου.
Ο εκατόνταρχος
Πίσω από τον Ιωάννη εικονίζεται ο εκατόνταρχος (ο κατά την παράδοση μετέπειτα Άγιος Λογγίνος) με την στρατιωτική του πανοπλία. Ο εκατόνταρχος παριστάνεται σε ανδρική ηλικία με μαύρο στρογγυλό γένι, έχοντας το κεφάλι του σκεπασμένο μ' ένα μαντήλι και γυρισμένο με πίστη προς τον Χριστό, σα να φωνάζει "Όντως ο άνθρωπος ούτος δίκαιος ήν" (Λουκ. 23,47). Το κεφάλι του φέρει φωτοστέφανο (βλ. Φ. Κόντογλου, Έκφρασις, τ.Α΄, σ.176). Γιατί εκτός από την αθωότητα του Χριστού, ο εκατόνταρχος ομολόγησε και την θεότητά Του: "αληθώς Θεού υιός ην ούτος" (Ματθ. κζ΄ 55). Αυτήν ακριβώς την ομολογία δηλώνει το υψωμένο σε θέση ευλογίας δεξί χέρι του εκατόνταρχου, στο ύψος του μετώπου του, σα να θέλει να το σταυρώσει.
Ο Κρανίου τόπος
Ο Χριστός σταυρώθηκε "εις τον λεγόμενον Κρανίου τόπος, ος λέγεται Εβραϊστί Γολγοθά" (Ιω. ιθ΄ 17). Στην εικόνα λοιπόν της Σταυρώσεως, κάτω από την βραχώδη κορυφή του Γολγοθά, που απεικονίζεται ως σπήλαιο πάνω στο οποίο είναι στημένος ο Σταυρός του Κυρίου, διακρίνεται, μέσα στο σπήλαιο, ένα κρανίο. Πάνω στο κρανίο αυτό στάζει το αίμα που πηγάζει από τα πόδια του Χριστού. Κατά μια αρχαία παράδοση που διασώζει πρώτος ο Ωριγένης, το κρανίο αυτό είναι το κρανίο του Αδάμ, ο οποίος πέθανε και θάφτηκε στον Γολγοθά (βλ. Ωριγένους, Εις το κατά Ματθαίον, ΒΕΠΕΣ 14, 390).
Την εκδοχή αυτή υιοθετεί και ο ιερός Χρυσόστομος ο οποίος μάλιστα ερμηνεύει και θεολογικά την παράδοση αυτή: "Τινές φασιν εκεί τον Αδάμ τελευτηκέναι και κείσθαι, και τον Ιησούν εν τω τόπω, ένθα ο θάνατος εβασίλευσεν, εκεί και το τρόπαιον στήσαι. Και γαρ τρόπαιον εξήει βαστάζων τον σταυρόν κατά της του θανάτου τυραννίδος" (Ιω. Χρυσοστόμου, Εις το κατά Ιωάννην Ομιλία πε΄, στη σειρά Άπαντα των αγίων πατέρων, τ.75, σ.373). Έτσι το αίμα του Κυρίου καθαρίζει και εκπλύνει τις αμαρτίες του γένους των ανθρώπων, του οποίου γενάρχης υπήρξε ο Αδάμ.
Εξ άλλου, κατά τον Ι. Αυγουστίνο, το όνομα του γενάρχη, έτσι όπως γράφεται με τα ελληνικά γράμματα ΑΔΑΜ, περιέχει τα αρχικά των σημείων του ορίζοντα (Α-νατολή, Δ-ύσις, Ά-ρκτος, Μ-εσημβρία), πράγμα που σημαίνει ως αυτός εκπροσωπεί όλο το ανθρώπινο γένος ανά τους αιώνες, και επομένως πρώτος δέχεται το λυτρωτικό αίμα του Χριστού που αφορά σε όλους τους ανθρώπους (βλ. Κ. Καλοκύρη, Εορταί δώδεκα, ΘΗΕ, τ.5, στ. 752).
Την όλη παράσταση της Σταυρώσεως συμπληρώνουν ο ήλιος και η σελήνη που ζωγραφίζονται δεξιά και αριστερά του Σταυρού αντίστοιχα (στο πάνω μέρος της εικόνας), και αντιπροσωπεύουν τον ορατό κόσμο που έφριξε βλέποντας την Σταύρωση του Δημιουργού. Ζωγραφίζονται δε σε σχήμα ανθρωπίνων προσώπων, "ο μεν ήλιος με χρώμα κόκκινον αιματώδες, η δε σελήνη στακτόχρους, με τας ακτίνας γυρισμένας προς το μέρος του Χριστού, εις σημείον ότι εσκοτίσθησαν κατά την Σταύρωσιν. Εικονίζονται δε και άγγελοι κλαίοντες, πλην και ούτοι περιττεύουν" (Φ. Κόντογλου, Έκφρασις, τ.Α΄, σ.177). Η επιγραφή της εικόνας είναι: Η ΣΤΑΥΡΩΣΙΣ και ιστορείται στον δυτικό τοξωτό τοίχο του ναού, ή στο εικονοστάσι πάνω από το τέμπλο μαζί με το δωδεκάορτο.


Οι επτά φράσεις του Χριστού στον Σταυρό


Οι επτά φράσεις του Χριστού στον Σταυρό

Πρώτη φράση: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς˙ οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λούκ. 23,34). Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Χριστὸς ἔδειξε τὸ ἔλεός του ἀπέναντι στοὺς ἐκτελεστές Του,τῶν ὁποίων ἡ µοχθηρία δὲν ὑποχώρησε οὔτε ὅταν ὑπέφερε στὸν σταυρό. Τὸ δεύτερο εἶναι ὅτι βροντοφώναξε ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ βράχου τοῦ Γολγοθᾶ µία ἀποδεδειγµένη ἀλλά ποτὲ καλὰ συνειδητοποιηµένη ἀλήθεια, δηλαδὴ ὅτι αὐτοὶ ποὺ πράττουν τὸ κακὸ ποτὲ δὲν ξέρουν τί κάνουν. Σκοτώνοντας τὸν Δίκαιο στὴν πραγµατικότητα σκοτώνουν τὸν ἑαυτό τους καὶ ταυτόχρονα δοξάζουν τὸν Δίκαιο. Καταπατώντας τὸν νόµο τοῦ Θεοῦ δὲν βλέπουν τὴ µυλόπετρα, ἡ ὁποία ἀόρατα κατεβαίνει πρὸς αὐτοὺς γιὰ νὰ τοὺς συνθλίψει. Ἐµπαίζοντας τὸν Θεὸ δὲν βλέπουν τὰ πρόσωπά τους νὰ µεταµορφώνονται σὲ θηριώδη ρύγχη. Διαποτισµένοι ἀπὸ τὸ κακὸ ποτὲ δὲν ξέρουν τί κάνουν.

Δεύτερη φράση: «Ἀµὴν λέγω σοι, σήµερον µετ’ ἐµοῦ ἔση ἐν τῷ παραδείσῳ» (Λουκ. 23,43). Αὐτὸς ὁ λόγος ἀπευθύνεται στὸν µετανιωµένο ληστὴ στὸν σταυρό. Πολὺ παρήγορος λόγος γιὰ τοὺς ἁµαρτωλούς, οἱ ὁποῖοι τουλάχιστον τὴν τελευταία στιγµὴ µετανοοῦν. Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπερίγραπτα µεγάλο. Ὁ Κύριος ἐκπληρώνει τὴν ἀποστολὴ Του ἀκόµα καὶ στὸν σταυρό. Ἕως τὴν τελευταία του πνοὴ ὁ Κύριος σώζει ἐκείνους ποὺ δείχνουν καὶ τὴν παραµικρὴ ἐπιθυµία νὰ σωθοῦν.

Τρίτη φράση: «Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου» (Ἰωαν. 19,26). Ἔτσι εἶπε ὁ Κύριος στὴν Ἁγία Μητέρα Του ποὺ στεκόταν κάτω ἀπὸ τὸν σταυρὸ µὲ τὴν ψυχὴ σταυρωµένη. Καὶ στὸν ἀπόστολο Ἰωάννη λέγει: «Ἰδοὺ ἡ µήτηρ σου» (Ἰωαν. 19,27). Αὐτὸς ὁ λόγος δείχνει τὴ φροντίδα, ποὺ ὁ καθένας χρωστᾶ στοὺς γονεῖς του. Γιὰ δές, Ἐκεῖνος ποὺ ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς ἀνθρώπους: «Τίµα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν µητέρα σου» (Ἐξ. 20,12) ἐκπληρώνει τὴν ἐντολὴ Του τὴν ὕστατη στιγµή.

Τέταρτη φράση: «Θεέ µου, Θεέ µου, ἱνατί µὲ ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46). Αὐτὲς οἱ λέξεις δείχνουν, τόσο τὴν ἀδύναµη ἀνθρώπινη φύση, ὅσο καὶ τὴν προορατικότητα τοῦ Κυρίου. Ὁ ἄνθρωπος πάσχει, ἀλλά κάτω ἀπὸ τὸν ἀνθρώπινο πόνο ὑπάρχει ἕνα µυστήριο. Δές, µόνον αὐτὲς οἱ λέξεις µποροῦσαν νὰ διαλύσουν τὴν αἵρεση, ἡ ὁποία ἀργότερα τράνταζε τὴν ἐκκλησία καὶ ἡ ὁποία λανθασµένα κήρυττε ὅτι ἡ Θεία φύση ὑπέφερε στὸν σταυρό. Ὅµως, ἐν τῷ µεταξύ, ὁ αἰώνιος Υἱος τοῦ Θεοῦ γι’ αὐτὸ καὶ ἐνσαρκώθηκε ὡς ἄνθρωπος, γιὰ νὰ εἶναι ὡς ἄνθρωπος στὸ σῶµα καὶ τὴν ψυχή, γιὰ νὰ µπορέσει ὅταν ἔλθει ἡ στιγµὴ νὰ πάσχει γιὰ τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ πεθάνει γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Γιατί ἂν ἡ Θεία φύση τοῦ Χριστοῦ ἔπασχε στὸν σταυρό, θὰ σήµαινε ὅτι ἡ Θεία φύση τοῦ Χριστοῦ θὰ πέθαινε. Καὶ αὐτὸ οὔτε κἄν ἐπιτρέπεται νὰ διανοηθοῦµε. Ἐντρυφῆστε ὅσο πιὸ πολὺ µπορεῖτε σ’ αὐτὲς τὶς µεγάλες καὶ φοβερὲς λέξεις: «Θεέ µου, Θεέ µου, ἱνατί µὲ ἐγκατέλιπες;».

Ἡ πέµπτη φράση: «Διψῶ» (Ἰωαν 19,28). Τὸ αἷµα Του ἔρρεε. Γι’ αὐτὸ καὶ διψοῦσε. Ὁ ἥλιος ἦταν κατὰ τὴ δύση του, ἤδη Τοῦ χτυποῦσε τὸ πρόσωπο καὶ µαζὶ µὲ τὰ ἄλλα βασανιστήρια καιγόταν πολύ. Φυσικὸ ἦταν νὰ διψᾶ. Ἀλλά, Κύριε, διψοῦσες ὄντως γιὰ νερὸ ἤ γιὰ ἀγάπη; Μήπως διψοῦσες ὡς ἄνθρωπος ἤ ὡς Θεός, ἤ καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο; Ἰδοὺ ὁ Ρωµαῖος λεγεωνάριος Σοῦ πρόσφερε ἕνα σπόγγο βρεγµένο στὸ ξύδι. Μιά σταγόνα ἐλέους, τὴν ὁποία δὲν αἰσθάνθηκες ἀπό τούς ἀνθρώπους γιὰ τρεῖς ὁλόκληρες ὧρες κρεµασµένος στὸν σταυρό! Αὐτὸς ὁ Ρωµαῖος στρατιώτης ἁπαλύνει κάπως τὴν ἁµαρτία τοῦ Πιλάτου -τὴν ἁµαρτία τῆς Ρωµαϊκῆς αὐτοκρατορίας- ἀπέναντί Σου, ἔστω καὶ µὲ ξύδι. Γι’ αὐτὸ θὰ ἀφανίσεις τὴ Ρωµαϊκὴ αὐτοκρατορία, ἀλλά στὴ θέση της θὰ οἰκοδοµήσεις νέα.

Ἡ ἕκτη φράση: «Πάτερ, εἰς χεῖρας σου παρατίθεµαι τὸ πνεῦµά µου» (Λουκ. 23,46). Πού σηµαίνει ὅτι ὁ Υἱός παραδίδει τὸ πνεῦµα Του στὰ χέρια τοῦ Πατρός Του. Γιὰ νὰ γίνει γνωστό, ὅτι ἀπὸ τὸν Πατέρα ἦρθε καὶ ὄχι αὐτεξουσίως, ὅπως Τὸν κατηγοροῦσαν οἱ Ἑβραῖοι. Ἀλλά ἀκόµα οἱ λέξεις αὐτὲς ἐλέχθησαν γιὰ νὰ τὶς ἀκούσουν οἱ βουδιστές, οἱ πυθαγόρειοι, οἱ ἀποκρυφιστές, καὶ ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ φιλόσοφοι, οἱ ὁποῖοι φλυαροῦσαν περὶ µετοίκισης τῆς ψυχῆς τῶν νεκρῶν ἀνθρώπων σὲ ἄλλους ἀνθρώπους, ἤ ζῶα, ἤ φυτά, ἤ ἀστέρια, ἤ µεταλλικὰ στοιχεῖα. Πετάξετε ὅλες αὐτὲς τὶς φαντασίες καὶ δεῖτε ποῦ κατευθύνεται τὸ πνεῦµα τοῦ νεκροῦ Δικαίου: «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεµαι τὸ πνεῦµά µου»!

Ἡ ἕβδοµη φράση: «Τετέλεσται» (Ἰωαν.19,30). Αὐτὸ δὲν σηµαίνει ὅτι τελειώνει ἡ ζωή. Ὄχι! Ἀλλά ὅτι τελειώνει ἡ ἀποστολὴ ἡ ἐπικεντρωµένη στὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Τελείωσε, καὶ ἐπισφραγίσθηκε µὲ τὸ αἷµα καὶ τὸν ἐπίγειο θάνατο, τὸ θεῖο ἔργο τοῦ µοναδικοῦ ἀληθινοῦ Μεσσία τῶν ἀνθρώπων. Τελείωσαν τὰ βασανιστήρια, ἀλλά ἡ ζωὴ µόλις ἀρχίζει. Τελείωσε ἡ τραγωδία ἀλλά ὄχι καὶ τὸ δράµα. Στὴ σειρὰ ἕπεται, τὸ µεγαλειῶδες ἀξίωµα: νίκη πάνω στὸν θάνατο, ἀνάσταση, δόξα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου